Το άρθρο αυτό της Elisabetta Casalotti είναι αναδημοσίευση από το inside story.
Ακόμη και η μέχρι πρόσφατα σεμνή και ήσυχη Σίφνος κινδυνεύει από το κυνήγι του τουριστικού θησαυρού, που έχουν εξαπολύσει ντόπιοι και ξένοι επενδυτές με την ανοχή των τοπικών αρχών.
Αγαπημένος προορισμός εκατομμυρίων επισκεπτών από όλον τον κόσμο, οι Κυκλάδες πέφτουν θύματα της άναρχης ανάπτυξης. Η πλήρης απορρύθμιση του συστήματος ελέγχου των αυθαιρεσιών και η άνευ όρων παράδοση στις επενδυτικές ορέξεις ντόπιων και ξένων, χωρίς σοβαρά κριτήρια που να αφορούν την ικανότητα των νησιών να δεχθούν έναν συγκεκριμένο αριθμό κατοικιών και ξενοδοχείων, άρα και ανθρώπων, απειλούν τον χαρακτήρα τους. Έτσι η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Ίος, η Πάρος και άλλα νησιά έχουν μετατραπεί σε ένα λούνα παρκ για Έλληνες, αλλά προπαντός για ξένους επισκέπτες. Το αποτέλεσμα είναι η ανεξέλεγκτη προσέλευση τουριστών να τορπιλίζει την ίδια τη φήμη τους. Ακόμη και η Σίφνος, γνωστή μέχρι σήμερα για τη μετρημένη και χαμηλών τόνων ανάπτυξή της, δεν φαίνεται να ξεφεύγει από τον κανόνα.
Οι δημοφιλέστερες παράλιες της Σίφνου Πλατύς Γιαλός και Καμάρες, οι μοναδικές του νησιού που έχουν λάβει τη διάκριση της Γαλάζιας Σημαίας από την ΕΕ, κινδυνεύουν να αποτελέσουν παρελθόν για τους ντόπιους και τους ψαράδες, αλλά και για τους επισκέπτες του νησιού – τουλάχιστον όπως τις γνώριζαν μέχρι σήμερα.
Σε ό,τι αφορά τον Πλατύ Γιαλό, μεγάλο μέρος του αναμένεται να μετατραπεί σε υδατοδρόμιο. Είναι γνωστό ότι ένα φιλόδοξο σχέδιο προβλέπει τη δημιουργία υδατοδρομίων σε 35 περιοχές, είτε σε νησιά χωρίς άλλη πρόσβαση εκτός από την ακτοπλοϊκή, είτε σε κεντρικές περιοχές όπως η Αττική, είτε ακόμα και σε λίμνες όπως αυτή των Ιωαννίνων. Προς το παρόν ωστόσο, παρά το γεγονός ότι έχουν υπογράφει άδειες σε αρκετές περιοχές της χώρας και κατασκευαστεί υδατοδρόμια, κανένα από αυτά δεν έχει μπει σε λειτουργία. Ανάμεσα στα υδατοδρόμια που ετοιμάζονται είναι και αυτό στον Πλατύ Γιαλό της Σίφνου. Συγκεκριμένα τον Ιανουάριο του 2022 το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Σίφνου προκήρυξε δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκμίσθωση χώρου στον Πλατύ Γιαλό, προς λειτουργία υδατοδρομίου έναντι οικονομικού ανταλλάγματος. Η δημοπρασία διεξήχθη με μόνο έναν οικονομικό φορέα (το Υδατοδρόμιο Σίφνος ΙΚΕ), ο όποιος χωρίς ανταγωνισμό πλειοδότησε, προσφέροντας το τίμημα των 1.000 ευρώ μηνιαίου μισθώματος και εξασφαλίζοντας μια δεκαετή σύμβαση. Συμφώνα με το τοπογραφικό διάγραμμα, το υδατοδρόμιο θα διαθέτει τέσσερις υδατοδιαδρόμους μήκους 650 μέτρων και πλάτους 20, σε απόσταση 150 μέτρων από την πλησιέστερη ακτή. Σημειωτέον ότι συμφώνα με το άρθρο 16 του ν. 4633/2020, εντός του υδατοδρομίου θα απαγορεύεται το αγκυροβόλημα, η ναυσιπλοΐα και η αλιεία.
Εναντίον αυτής της μάλλον παράλογης απόφασης εκκρεμεί η εκδίκαση προσφυγής στο ΣτΕ, που κατέθεσαν ο Εξωραϊστικός Σύλλογος Πλατύ Γιαλού, ο Αλιευτικός Σύλλογος Σίφνου, κάτοικοι και επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στη παραλία.
Δεδομένου ότι την παράλια του Πλατύ Γιαλού κατά τους καλοκαιρινούς μήνες επισκέπτονται ημερησίως πάνω από 800 λουόμενοι και από το 2010, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Νότιου Αιγαίου, φιλοξενεί αλιευτικό καταφύγιο και μαρίνα, οι επιπτώσεις της τυχόν λειτουργίας του υδατοδρομίου στη καθημερινή ζωή του όρμου είναι προφανείς.
«Η κατασκευή ενός υδατοδρομίου θα ήταν καταστροφική για τον Πλατύ Γιαλό· θα εγκλώβιζε όλον τον κόλπο με αποτέλεσμα να εμποδιστεί η λειτουργία της παραλίας, αφού τα υδροπλάνα θα ήταν αναγκασμένα, λόγω της μορφολογίας του κόλπου και των βόρειων ανέμων που πνέουν στη περιοχή, να προσγειώνονται ανάμεσα στους λουόμενους», επιβεβαιώνει ο Νίκος Τραντάς, που κατοικεί στον Πλατύ Γιαλό εδώ και 58 χρόνια. Εκφράζει επίσης τις ανησυχίες του για το αλιευτικό καταφύγιο που λειτουργεί στον όρμο και που –για αγνώστους λόγους– τα κτήρια που το εξυπηρετούν έχουν παραχωρηθεί δωρεάν από τον Δήμο και το Λιμενικό Ταμείο στην εταιρεία που θα κατασκευάσει και θα λειτουργήσει το υδατοδρόμιο. Υπογραμμίζει επίσης ότι «θα αδειάσουν περισσότερα από 50 μέτρα του μόλου από σκάφη για να γίνει η πλωτή εξέδρα όπου θα δένουν τα υδροπλάνα».
Ο Τραντάς καταγγέλλει ακόμα ότι, όπως αναφέρεται και στην προσφυγή στο ΣτΕ, η απόφαση της κατασκευής υδατοδρομίου έχει ληφθεί χωρίς να προηγηθεί πρόσφατη περιβαλλοντολογική μελέτη· αντιθέτως βασίζεται αποκλειστικά σε μια μελέτη του 2013. Δηλώνει όμως αισιόδοξος για την απόφαση που θα λάβει το ΣτΕ, καθώς τα επιχειρήματα των αιτούντων είναι ισχυρά. «Δεν ζητάμε», λέει, «να μην γίνει υδατοδρόμιο στη Σίφνο. Ζητάμε απλά να βρεθεί μια κατάλληλη τοποθεσία, ώστε να μην καταστραφεί ο φυσικός πλούτος και η οικονομία του νησιού».
Της ίδιας γνώμης είναι και ο συνιδιοκτήτης (μαζί με τον αδελφό του) του ιστορικού ξενοδοχείου Ξενία, Δίκαιος Πετρόγγονας. Από τα πιο παλιά της Σίφνου, το Ξενία ήταν από τα πρώτα τουριστικά καταλύματα του Πλατύ Γιαλού. «Η Σίφνος είναι ένα πολύ όμορφο νησί με πολλά χαρίσματα. Οι οργανωμένες παραλίες είναι λίγες στο νησί και ο Πλατύς Γιαλός ήδη έχει επιβαρυνθεί με άλλα έργα ανάπτυξης, τα όποια λόγω αστοχιών έχουν επιφέρει προβλήματα. Παράδειγμα το αλιευτικό καταφύγιο που επιδοτήθηκε από την ΕΕ για τους ψαράδες, που στην συνέχεια ονομάστηκε μαρίνα και λόγω κακής μελέτης αλλοίωσε την παραλία και επέφερε διάβρωση στην ακτή. Είναι σαφές ότι ο όρμος δεν μπορεί να αντέξει το βάρος και του υδατοδρομίου», μας είπε ο Πετρόγγονας και πρόσθεσε: «Ακόμα δεν έχουμε λάβει σαφείς οδηγίες σχετικά με τον θόρυβο που θα κάνουν κατά την προσθαλάσσωση και απογείωση τα υδροπλάνα. Η μελέτη δε που καλείται να υλοποιήσει ο ανάδοχος του έργου είναι το 2013 – 10 χρόνια πριν, που ο οικισμός του Πλατύ Γιαλού ήταν σαφώς μικρότερος και οι επιχειρήσεις λιγότερες. Το θέμα της ασφάλειας αλλά και της οδικής σύνδεσης είναι επίσης κάτι που πρέπει να απασχολήσει και να διευθετηθεί. Ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι και πού θα γίνεται ο έλεγχος των επιβατών από αστυνομία ή λιμενικό πριν την πτήση και πού θα απορρίπτονται τα λύματα των υδροπλάνων. Και όλα αυτά για έξι πτήσεις μάξιμουμ την ημέρα, με 18 άτομα η καθεμία».
«Υπάρχουν σκοπιμότητες», λέει στη συνεχεία ο Πετρόγγονας. «Ο Πλατύς Γιαλός επιλέχθηκε ξεκάθαρα γιατί είναι η εύκολη επιλογή με το δυνατότερο μικρότερο κόστος. Εμείς σαν επιχειρηματίες αλλά και κάτοικοι δεν είμαστε αντίθετοι στην κατασκευή υδατοδρομίου, κάτι που έχει ανάγκη ο τόπος, είμαστε ενάντια στην κατασκευή στον Πλατύ Γιαλό ενώ υπάρχουν και άλλες περιοχές πιο κατάλληλες, οι οποίες θα αναπτυχθούν με αυτόν τον τρόπο».
«Μη πολυσύχναστη» η πιο γνωστή παραλία του νησιού
Υπάρχουν ένα ακόμα σκοτεινό σημείο στις αποφάσεις που έχουν ληφθεί για την λειτουργία υδατοδρομίου σε αυτήν την παράλια. Συγκεκριμένα συμφώνα με τον ιδιοκτήτη του Ξενία, «ο νόμος ορίζει ότι απαγορεύεται να γίνει κατασκευή υδατοδρομίου σε πολυσύχναστη παραλία, καθώς είναι επικίνδυνο. Φανταστείτε ότι κατά την προσθαλάσσωση, το κάθε σκάφος θα πετάει 5 λεπτά πάνω από τον Πλατύ Γιαλό, για να διαλέξει τον διάδρομο που θα χρησιμοποιήσει από τους τέσσερις και να τσεκάρει την φορά του ανέμου, ώστε να αποφασίσει σε ποιον θα καταλήξει (η προσθαλάσσωση γίνεται αντίθετα από τον άνεμο). Αυτός είναι και ο λόγος που Λιμενικό Ταμείο και Δήμος όρισαν τον Πλατύ Γιαλό ως “μη πολυσύχναστο”. Με έναν σμπάρο δυο τρυγόνια δηλαδή, γλιτώνει κατά αυτόν τον τρόπο και την υποχρέωση να προσλάβει ναυαγοσώστη».
Σε σχέση με τον χαρακτηρισμό της παραλίας ως «μη πολυσύχναστης», έχει κατατεθεί μία ακόμα προσφυγή προς το ΣτΕ από τους ίδιους αιτούντες. Συγκεκριμένα, προσφεύγουν ενάντια σε απόφαση της 18/8/2022, του υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ειδικότερα της Επιτροπής Χαρακτηρισμού Παραλιών Ν. Σίφνου ως πολυσύχναστων. Η Επιτροπή χαρακτήρισε ως μη πολυσύχναστη για το έτος 2023 την παραλία του Πλατύ Γιαλού, ισχυριζόμενη κατά λέξη ότι δεν υπάρχουν συμβάντα που να αναφέρουν ως αιτία τον πνιγμό. Πρόκειται για μια ακατανόητη για τους κατοίκους απόφαση, από τη στιγμή που ολόκληρη η Σίφνος διαθέτει μόνον τρεις οργανωμένες παραλίες, από τις έτσι κι αλλιώς λιγοστές του νησιού. Από αυτές ο Πλατύς Γιαλός αποτελεί τον κορυφαίο τουριστικό πόλο. Προς ανάδειξη και αξιοποίησή του έχουν αναπτυχτεί τουριστικές εγκαταστάσεις (μικρές ξενοδοχειακές μονάδες, και ενοικιαζόμενα δωμάτια συνολικής δυναμικότητας περίπου 750 κλινών, παραδοσιακές ταβέρνες και εστιατόρια), που σύμφωνα με τους προσφεύγοντες η οργάνωση της δομής και των υποδομών τους έχει αναπτυχθεί με σεβασμό της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και του φυσικού πολιτιστικού και οικιστικού περιβάλλοντος της περιοχής.
Σημειώνουμε εδώ ότι ο ίδιος ο Δήμος Σίφνου, στην ιστοσελίδα του αναφέρει τα εξής: «Ο Πλατύς Γιαλός είναι μια από τις μεγαλύτερες αμμώδεις παραλίες του νησιού και αποτελεί τη δημοφιλέστερη επιλογή των Ελλήνων επισκεπτών».
Εμείς επικοινωνήσαμε με τον πρόεδρο του Λιμενικού Ταμείου Σίφνου, Απόστολο Διαμαντή, για να μας απαντήσει σχετικά με τις αντιρρήσεις που προβάλουν οι αιτούμενοι στη προσφυγή τους στο ΣτΕ. Επιβεβαίωσε ότι ο δημόσιος πλειοδοτικός διαγωνισμός διεξήχθη βασισμένος σε περιβαλλοντολογική μελέτη του 2013, διαβεβαίωσε ωστόσο ότι είναι στα σκαριά νέα περιβαλλοντολογική μελέτη.
Σε ό,τι αφορά την υποβάθμιση της παραλίας, υπογράμμισε ότι οι υδατόδρομοι θα τοποθετηθούν στην αρχή του όρμου, σε κάποια απόσταση από τους λουόμενους. Αιτιολόγησε τις αντιδράσεις των αλιέων με το γεγονός ότι δεν θα μπορούν πλέον να ψαρεύουν στον όρμο, ενώ σε ό,τι αφορά την πλωτή εξέδρα όπου θα προσδεθούν τα υδροπλάνα, τόνισε ότι θα προστεθεί στις υπάρχουσες στο αλιευτικό καταφύγιο και στη μαρίνα. Επιβεβαίωσε τέλος ότι ο χαρακτηρισμός του Πλατύ Γιαλού ως «μη πολυσύχναστης» για το έτος 2023 βασίστηκε στο γεγονός ότι δεν έγιναν γνωστοί πνιγμοί σε αυτήν την παραλία.
Και οι Καμάρες σε κίνδυνο
Σε άμεσο κίνδυνο βρίσκεται και το λιμάνι του νησιού, οι Καμάρες, από μια απόφαση της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου για ανακατασκευή του. Το σχέδιο προβλέπει ταυτόχρονες αφίξεις περισσότερων δρομολογίων και κρουαζιερόπλοιων και επέκταση και τσιμεντοποίηση του δρόμου που πλαισιώνει τον παραδοσιακό οικισμό.
Ενάντια και σε αυτό το σχέδιο, κάτοικοι και επιχειρηματίες της Σίφνου κατέθεσαν μία ακόμα προσφυγή στο ΣτΕ, ώστε να μην χάσει, όπως λένε, η Σίφνος το παιχνίδι απέναντι στην ακατάσχετη κερδοφορία. Ποια είναι όμως τα προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει η πραγματοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου; Μας μίλησε γι’ αυτά ο τουριστικός επαγγελματίας Σταύρος Καλογήρου, που δραστηριοποιείται στις Καμάρες. «Στην τοπική κοινωνία», λέει, «επικρατεί τελευταία μια άποψη ότι το νησί χρειάζεται μεγαλύτερο και πιο μοντέρνο λιμάνι που να μπορεί να φιλοξενεί περισσότερα των δυο φέρι μπόουτ, συγχρόνως και περισσότερα και πιο μεγάλα κρουαζιερόπλοια. Όσοι είναι αυτής της άποψης δεν αναρωτιούνται ωστόσο το πώς και πού θα διοχετευτούν οι χιλιάδες επιπλέον επισκέπτες και αυτοκίνητα στο νησί. Σίγουρα το λιμάνι της Σίφνου χρειάζεται κάποια βελτίωση και διαφορετική οργάνωση, διότι αλλάζουν οι καιροί και οι ανάγκες. Εγώ ωστόσο είμαι της γνώμης ότι ένα τέτοιο λιμάνι δεν το αλλάζεις φορτώνοντάς το με κάποια κυβικά μπετό για να περνάνε εύκολα οι νταλίκες και τα αυτοκίνητα. Και η όποια αλλαγή και βελτίωση των λιμανιών των νησιών γενικά πρέπει να γίνει με έναν τρόπο ώστε να αλλοιωθεί στο μίνιμουμ η γραφικότητα του τόπου, διότι κακά τα ψέματα, ο επισκέπτης στο νησί για αυτή τη γραφικότητα έρχεται και όχι για να αντικρίσει λεωφόρους».
Ο Καλογήρου αναφέρεται επίσης και στις υποδομές του νησιού, ισχυριζόμενος ότι τα τελευταία χρόνια, λόγω της αύξησης του τουρισμού και των σχετικών με αυτόν υποδομών (πισίνες, αυλές που θέλουν πότισμα κ.λπ.) υπάρχει πρόβλημα με το νερό στο νησί. Με αποτέλεσμα το σύστημα ύδρευσης να μην επαρκεί πλέον και το νησί να στηρίζεται μόνο στην αφαλάτωση. Προβλήματα παρουσιάζει, συμφώνα πάντα με τον Καλογήρου, και το αποχετευτικό σύστημα, που κατασκευάστηκε τη δεκαετία του ’80 και που δεν επαρκεί πλέον. «Χρήζει βελτίωσης», λέει, «και καλύτερης διαχείρισης του όγκου των λυμάτων. Αυτό γίνεται εμφανές το καλοκαίρι όπου ανά διαστήματα το λιμάνι μυρίζει και υπάρχουν ενδείξεις ότι το σύστημα φτάνει στο όριό του».
Μιλήσαμε σχετικά με τον αντιδήμαρχο Ύδρευσης, Αποχέτευσης και Τεχνικού Προγράμματος Γεώργιο Γεωργούλη, ο όποιος διαβεβαίωσε ότι παρά τις αυξημένες ανάγκες οι υποδομές του νησιού αντέχουν. Δήλωσε ακόμα ότι θεωρεί απαραίτητη την κατασκευή ενός νέου λιμανιού, υπογραμμίζοντας ότι με την ανάπτυξη του τουρισμού χρειάζεται να αλλάξουν και οι υποδομές. Ισχυρίστηκε επίσης ότι στις Καμάρες συγκεκριμένα δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με την ύδρευση, αφού λειτουργεί τοπικός βιολογικός καθαρισμός και αφαλάτωση. Παραδέχτηκε, ωστόσο, πως σε ό,τι αφορά την αποχέτευση, μπορεί να υπάρχει κάποιο κομμάτι του δικτύου όπου δεν προλαβαίνει να γίνει η επεξεργασία, λόγω της αυξημένης κατανάλωσης. Το χαρακτήρισε όμως «τοπικό φαινόμενο».