Τα ψεύτικα τα έργα, τα μεγάλα

Η λιμνοδεξαμενή που ουδέποτε λειτούργησε, το φράγμα που δεν κατασκευάστηκε και άλλες ιστορίες γραφειοκρατικής τρέλας που έχουν αφήσει την Τήνο στο έλεος της ανομβρίας.


Για να φτάσει κανείς στο σημείο που βρίσκεται η λιμνοδεξαμενή της Λιβάδας, πρέπει να οδηγήσει μισή ώρα από τη Χώρα της Τήνου, βόρεια και ανατολικά, σε αυξανόμενα κακοτράχαλους δρόμους. Κάποια στιγμή, υπό το βλέμμα του όρους Τσικνιά προς τα νότια, εμφανίζεται μία μεγάλη τρύπα στην άνυδρη πλαγιά, σαν να έχει πέσει μετεωρίτης. Είναι η λιμνοδεξαμενή στη σημερινή κατάστασή της – μία κατάσταση εγκατάλειψης, εμβληματική των αδιεξόδων που πλήττουν την ύδρευση στο κυκλαδίτικο νησί, αλλά και τις δημόσιες επενδύσεις στην Ελλάδα γενικότερα.

Στο πρώτο μέρος της έρευνάς μας για το ζήτημα της ύδρευσης στην Τήνο, εξετάζουμε το ιστορικό τριών φιλόδοξων έργων που στόχευαν στην αναβάθμιση των δυνατοτήτων υδροδότησης του νησιού – έργων που κατέστησαν αυξανόμενα επείγοντα καθώς οι βροχοπτώσεις μειώνονταν και η κατανάλωση εκτοξευόταν τις τελευταίες δεκαετίες.

Πλην της λιμνοδεξαμενής, που δεν έχει λειτουργήσει ως σήμερα ποτέ, το φράγμα της Γρίζας παραμένει κι αυτό υπό μελέτη και ανένταχτο εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες. Το φράγμα της Βακέτας λειτουργεί μεν, αλλά δεν επιτελεί τη βασική – και ζωτική – αποστολή του αρχικού του σχεδιασμού: τον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα. Το αποτέλεσμα είναι η Τήνος – και ειδικά ορισμένα χωριά στην ενδοχώρα – να αντιμετωπίζει σφοδρό πρόβλημα ανεπάρκειας νερού, αλλά και να εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από ανεξέλεγκτες γεωτρήσεις και ενεργοβόρες αφαλατώσεις.

«Το μεγάλο όνειρο»

Σύμφωνα με τον Γιάννη Ψάλτη, συνταξιούχο γεωλόγο, πρώην αντιδήμαρχο και πρώην δημοτικό και νομαρχιακό σύμβουλο του νησιού, η ιδέα για την αξιοποίηση των υδάτων που έρεαν στην περιοχή, τα οποία κατέληγαν στη θάλασσα, προέκυψε μετά την ίδρυση του Συνεταιριστικού Τυροκομείου το 1981, που έφτασε να παράγει 7.000 κιλά γάλα ημερησίως. Όπως αφηγείται, για να καλυφθούν οι ανάγκες των αγροτών και των κτηνοτρόφων, η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Τήνου, της οποίας ήταν τότε πρόεδρος, κατέθεσε πρόταση για την αξιοποίηση των επιφανειακών νερών της κοίτης του ποταμού, αντί να χύνονται στη θάλασσα. «Η Λιβάδα ήταν το μεγάλο όνειρο», θυμάται.

Άλλοι πάντως, όπως ο Μάνθος Βίλλας, κι αυτός με δεκαετίες δραστηριοποίησης στα κοινά του νησιού και σήμερα γεωπόνος της Ένωσης Συνεταιρισμών, θυμούνται ότι το έναυσμα δόθηκε μετά την κατασκευή αντίστοιχης λιμνοδεξαμενής στη Μύκονο και – όπως στη Μύκονο – είχε πραγματικό σκοπό την υδροδότηση, όχι την άρδευση (παρ’ ότι το σχετικό πρόγραμμα από όπου προήλθαν τα κονδύλια αφορούσε τη γεωργία). Όπως υπονοεί ο Βίλλας, η απόφαση να γίνει η λιμνοδεξαμενή στη Λιβάδα ελήφθη με πολιτικά κριτήρια (για τη στήριξη του τότε δημάρχου), χωρίς την απαραίτητη τεχνική προεργασία.

Το υπουργείο Γεωργίας, σε κάθε περίπτωση, ανταποκρίθηκε στο αίτημα. Όπως θυμάται μάλιστα ο Ηλίας Νόκας, γεωλόγος και αυτός, επικεφαλής σήμερα της Διεύθυνσης Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Νοτίου Αιγαίου, που ήταν τότε στέλεχος της Τεχνικής Υπηρεσίας Δήμων και Κοινοτήτων Κυκλάδων, είχε ταξιδέψει με υπαλλήλους των τεχνικών υπηρεσιών του υπουργείου και είχε υποδείξει την περιοχή ως ιδανική για την κατασκευή της λιμνοδεξαμενής.

Το έργο δημοπρατήθηκε από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Κατασκευάστηκε αρχικά η λιμνοδεξαμενή και ο αγωγός μεταφοράς των νερών της κοίτης του ποταμού προς αυτήν. Το 1993, επί της ίδιας κυβέρνησης, εγκαινιάστηκε πανηγυρικά στην περιοχή ο μεγάλος αυτός ταμιευτήρας, που κόστισε 492 εκατομμύρια δραχμές. Η μόνη παραφωνία στην τελετή, σύμφωνα με έναν παριστάμενο, ήταν η αντιπαράθεση του κορυφαίου Ορθόδοξου και του κορυφαίου Καθολικού κληρικού στο νησί για το ποιος θα έκανε τον Αγιασμό (επικράτησε τελικά ο Ορθόδοξος μητροπολίτης, ο Δωρόθεος Α’).

Ωστόσο, όπως αφηγείται ο Ψάλτης, με τις πρώτες βροχές του χειμώνα διαπιστώθηκε ότι η λιμνοδεξαμενή δεν μπορούσε να συγκρατήσει ούτε το νερό που έμπαινε σε αυτήν από τα ρυάκια των πρανών του Όρους Τσικνιά. Είχε κατασκευαστεί, όπως αναφέρει, πάνω σε «σαθρό υπόβαθρο», που δεν συγκρατούσε το νερό.

Οι γεωλογικοί σχηματισμοί στην περιοχή του Φαλατάδου, η ύπαρξη των οποίων ήταν από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν κατά της δημιουργίας βιολογικού καθαρισμού στην περιοχή. [φωτογραφίες Γιάννης Παλαιολόγος]

«Νόμιζαν ότι είναι στεγανό το νότιο τμήμα και δεν έβαλαν μεμβράνη», συμπληρώνει ο Ηλίας Νόκας. «Αλλά και η μεμβράνη που έβαλαν ήταν ελαττωματική». Όπως θυμάται, η μελέτη είχε γίνει βιαστικά καθώς έληγαν οι προθεσμίες απορρόφησης των ΜΟΠ (Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων). Στην ίδια εκτίμηση προβαίνει και ο Μάνθος Βίλλας, που μιλάει για πρωτοβουλίες «της τελευταίας στιγμής, χωρίς να μελετηθούν πολλά-πολλά».

Ένα δεύτερο κρίσιμο ζήτημα που δεν έλαβαν υπ’ όψη τους οι μελετητές ήταν ότι τα νερά του ποταμού ήταν – και παραμένουν ως σήμερα –  μολυσμένα από τα υγρά απόβλητα των χωριών της περιοχής. Απουσία υποδομών επεξεργασίας, τα νερά αυτά ήταν και είναι επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία. Ο Νόκας θυμάται να υπάρχει μία χαλαρή στάση επ’ αυτού εκ μέρους του υπουργείου Γεωργίας, με την – ούτως ή άλλως προβληματική – λογική ότι τα νερά προορίζονταν για άρδευση και θα αναμειγνύονταν με τα νερά της βροχής. Η στάση αυτή γεννά ακόμα περισσότερα ερωτηματικά δεδομένου ότι η λιμνοδεξαμενή εξαρχής προοριζόταν και για υδροδότηση.

Την περίοδο 1998-2002, ο δήμαρχος Εξωμβούργου, Νικηφόρος Δελασούδας, πίεζε την κεντρική κυβέρνηση να ξεκινήσει εκ νέου το έργο και παράλληλα αναζητούσε λύση για τα λύματα του κύριου ρέματος, που κατέβαινε από τα χωριά. «Η λιμνοδεξαμενή θα μπορούσε να λειτουργήσει και με τα νερά από τον Τσικνιά, αλλά εμείς κάναμε μία προσπάθεια να καθαρίσουμε το ρέμα», λέει σήμερα ο τότε δήμαρχος. Παράλληλα, όπως θυμάται ο Μάνθος Βίλλας, το νησί εξασφάλισε τότε χρηματοδότηση από το κράτος για κάποιες εργασίες επισκευής της λιμνοδεξαμενής.

 Όπως εξιστορεί ο Δελασούδας, ο δήμος τότε είχε αναθέσει μελέτη για τη φυσική επεξεργασία των λυμάτων με τη φύτευση καλαμιώνων, ακολουθώντας το παράδειγμα ενός δήμου στη Δυτική Θεσσαλονίκη. «Είχαμε αγοράσει και ένα κτήμα όπου θα γινόταν η χωροθέτηση και είχα πάει στη Θεσσαλονίκη να δω πώς λειτουργούσε», λέει. Το έργο αυτό δεν υλοποιήθηκε, γιατί «δύσκολα ωρίμαζε» και ο διάδοχός του, Παναγιώτης Κροντηράς, που μόλις εξελέγη για δεύτερη φορά δήμαρχος του νησιού τον Οκτώβριο, «δεν τα προχώρησε». Ο Μάνθος Βίλλας αναφέρει ότι υπήρχαν μεγάλες τεχνικές δυσχέρειες σχετικά με τη μεταφορά του επεξεργασμένου νερού στη θάλασσα σε περιοχή εκτός του όρμου της Λιβάδας.

Η δεύτερη φάση

Το 2003, μετά τη θεομηνία που έπληξε τις Κυκλάδες, προκαλώντας πλημμύρες μεταξύ άλλων και στην Τήνο, έγινε προσπάθεια αναβίωσης του έργου, πρωτίστως για την ύδρευση και άρδευση των δήμων Εξωμβούργου και Τήνου. Το ελληνικό Δημόσιο εκταμίευσε τότε 76  εκατομμύρια ευρώ για τέτοια έργα στις Κυκλάδες, δίνοντας τη διαχείρισή τους στην «Εγνατία» – την ανώνυμη εταιρεία του Δημοσίου που είχε συσταθεί για να κατασκευάσει τον ομώνυμο αυτοκινητόδρομο. Στη Λιβάδα, η «Εγνατία» ανέλαβε τη διαχείριση των έργων διόρθωσης των αστοχιών στην κατασκευή της λιμνοδεξαμενής, της κατασκευής βιολογικού καθαρισμού των λυμάτων όλων των χωριών των Πάνω Μερών και της κατασκευής αγωγού μεταφοράς του νερού, μήκους περίπου 20 χιλιομέτρων, ως τις δεξαμενές της Πόλης της Τήνου στην Αγία Βαρβάρα.

Επιπλέον, θα κατασκευάζονταν σειρά αντλιοστασίων για την ανύψωση του νερού από τη λιμνοδεξαμενή έως το Χωριό Κέχρος και μία διπλή δεξαμενή για την εξυπηρέτηση των αναγκών των Πάνω Μερών. Τέλος, η «Εγνατία» θα ανέθετε την κατασκευή μονάδας ταχυδιυληστηρίου στις δεξαμενές Κέχρου για την εξασφάλιση καθαρού και υγιεινού νερού προς κάθε κατεύθυνση.

Τα έργα ξεκίνησαν. Ως το τέλος της δεκαετίας είχε κατασκευαστεί το δίκτυο υδροδότησης, αλλά και τα αντλιοστάσια και οι αγωγοί μεταφοράς  των λυμάτων από την κοίτη του ποταμού προς τη θέση του βιολογικού καθαρισμού.

Και σε αυτή τη φάση, ωστόσο, όπως λέει ο Ηλίας Νόκας, έγιναν «τραγικά σφάλματα». Κατ’ αρχάς, η κατασκευή του δικτύου ξεκίνησε «χωρίς να επιδιορθωθεί η λιμνοδεξαμενή, η οποία δεν είχε καν μεμβράνη πλέον, είχε εγκαταλειφθεί. Πήγαιναν οι νέοι εκεί και έκαναν βόλτες με τα μηχανάκια».

Εν τω μεταξύ, η χωροθέτηση του βιολογικού, στην περιοχή του Αγίου Αρτεμίου πέριξ του χωριού Φαλατάδος, προκάλεσε έντονες – και εν τέλει ανυπέρβλητες – αντιδράσεις από τους κατοίκους. «Προφανώς δεν ρώτησαν κανέναν», λέει ο Ψάλτης για τους φορείς υλοποίησης του βιολογικού. «Δεν έγινε διάλογος ή περιβαλλοντική μελέτη».

Ο Νόκας αποδίδει κι αυτός ευθύνες στην εταιρεία, λέγοντας ότι επιχείρησε να προχωρήσει στην κατασκευή του βιολογικού χωρίς την αναγκαία άδεια. Σημειώνει ωστόσο επίσης ότι είναι πάγιο πρόβλημα ότι στο νησί – αλλά και στις Κυκλάδες γενικότερα – «υπάρχει πολύ μεγάλη άρνηση» των κατοίκων να δεχθούν εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων σε περιοχές κοντά στις ιδιοκτησίες τους. «Και οι δήμαρχοι και άλλοι πολιτικοί φοβούνται να πάνε κόντρα σε αυτές τις αντιδράσεις».

«Ο Άγιος των Βοθρολυμάτων»

Κομβικός παράγοντας την περίοδο εκείνη στην προσπάθεια να προχωρήσει το έργο ήταν ο έπαρχος Τήνου της αιρετής Νομαρχίας Κυκλάδων, Ραφαήλ (Ραφιός) Μωραΐτης. «Ο βιολογικός θα γινόταν με καλάμια», θυμάται. Όπως αφηγείται, επελέγη από τους μηχανικούς της «Εγνατίας» μία νέα τοποθεσία, περίπου ένα χιλιόμετρο από αυτήν που είχε προτείνει ο δήμος Εξωμβούργου επί Δελασούδα. «Είχαμε ψάξει παντού» για το σωστό σημείο, λέει. Τα λύματα, εξηγεί, θα εκτρέπονταν από τη λαγκαδιά [τη ρεματιά] της Λιβάδας και θα κατευθύνονταν για άρδευση των αμπελώνων και άλλων καλλιεργειών στο Κακόβουνο. Στην ίδια τη ρεματιά θα έρεε πλέον καθαρό νερό.

«Ο αγωγός για την άρδευση φτιάχτηκε. Αλλά είχαμε μεγάλες αντιδράσεις – από οικολόγους αλλά και από άτομα με προσωπικά συμφέροντα. Μας κατηγόρησαν ότι θα κάνουμε τον Αρτέμιο Άγιο των Βοθρολυμάτων», λέει ο Μωραΐτης. Με πρωτοβουλία μίας αρχαιολόγου με καταγωγή από το Φαλατάδο, το εκκλησάκι στο οικόπεδο όπου είχε χωροθετηθεί ο βιολογικός χαρακτηρίστηκε ιστορικό μνημείο. Ο Μάνθος Βίλλας παρατηρεί σκωπτικά ότι το ξωκλήσι «είχε αλουμινένιες πόρτες…τόσο ιστορικό ήταν».

Η λιμνοδεξαμενή της Λιβάδας το 2004 (πάνω) και το 2012(κάτω). Τα σημάδια της εγκατάλειψης είναι εμφανή. [φωτογραφίες Ηλίας Νόκας]

Η υπόθεση αυτή έφτασε στο Συμβούλιο Βυζαντινών Μνημείων το οποίο δικαίωσε τους φορείς υλοποίησης του έργου, σύμφωνα με τον Μωραΐτη. «Ακολούθησαν όμως αμέτρητες άλλες προσφυγές, π.χ. σχετικά με τις Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου και το γεωλογικό πάρκο». Μετά από χρόνια θυελλωδών συνεδριάσεων της αρμόδιας νομαρχιακής επιτροπής και δικαστικών αντιπαραθέσεων που έφτασαν ως το Συμβούλιο της Επικρατείας, το έργο εγκαταλείφθηκε. Εδώ και 15 χρόνια, παραμένει παγωμένο.

Το μετέωρο φράγμα

Κρίσιμη συμβολή στη διαχείριση του προβλήματος υδροδότησης, σύμφωνα με το επιχειρησιακό πρόγραμμα 2020-3 της απερχόμενης δημοτικής αρχής, θα είχε και «η κατασκευή φράγματος στη θέση Γρίζα (έργο Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου), χωρητικότητας 387.000 κ.μ., το οποίο έχει ολοκληρώσει και το στάδιο των απαλλοτριώσεων». Σημειώνεται, σε παρένθεση, ότι το έργο αυτό προορίζεται «για την ανάσχεση των νερών και τον εμπλουτισμό του υδροφόρου ορίζοντα». Σημειώνεται επίσης ότι «το έργο έχει φτάσει μέχρι και τις απαλλοτριώσεις, αλλά έχει αδρανήσει και δεν υπάρχουν ενδείξεις για τη συνέχισή του».

Η Γρίζα βρίσκεται στην περιοχή του Βώλακα. «Η αρχική μελέτη για το έργο έγινε το 2001 ή το 2002», θυμάται ο Ηλίας Νόκας. Ακολούθησαν διαφορετικές προτάσεις για το πού θα κατευθύνετο το νερό που θα συλλεγόταν στον ταμιευτήρα, παράλληλα με τις αναγκαίες απαλλοτριώσεις.

Ο Ραφιός Μωραΐτης ενεπλάκη ενεργά στην προσπάθεια να υλοποιηθεί και αυτό το έργο. «Το 2009, ως νομαρχία Κυκλάδων, επιχειρήσαμε να εντάξουμε το έργο», θυμάται. «Τότε, ο  διορισμένος περιφερειάρχης [Νοτίου Αιγαίου], ο [Χαράλαμπος] Κόκκινος μας είπε ότι δεν υπάρχουν άλλα λεφτά. To 2010, λίγο πριν καταργηθούμε, αναθέσαμε το έργο στην ‘Εγνατία’. Ξέραμε ότι ο δήμος δεν είχε τις απαραίτητες τεχνικές υπηρεσίες και ότι η Περιφέρεια είχε πρόβλημα, όποτε συνεννοηθήκαμε με τα συναρμόδια υπουργεία».

Το 2010, ο Μάνθος Βίλλας διαδέχθηκε τον Μωραΐτη, ως έπαρχος πλέον της αιρετής Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Οι απαλλοτριώσεις, όπως λέει, κινδύνευαν τότε να καταπέσουν λόγω μη πληρωμής των ποσών. Το δικαστήριο δέχθηκε να δοθεί η αναγκαία παράταση και οι απαλλοτριώσεις ολοκληρώθηκαν. Παρ’ ολ’ αυτά, το έργο συνέχισε να μην εντάσσεται σε προγράμματα της (αιρετής πλέον) Περιφέρειας.

Το φράγμα, αν ολοκληρωθεί, μπορεί να λειτουργήσει ως ταμιευτήρας αλλά και για την υδροδότηση των παρακείμενων χωριών (Αγάπη, Κόμη, Κρόκος, Σκαλάδος, Περάστρα, Καλλονή, Κάτω Κλείσμα) με καλής ποιότητας νερό. Σύμφωνα με τον Γιάννη Ψάλτη μάλιστα, με ένα μικρό έργο υποδομής κοντά στο κομβικό σημείο Άγιος Νικήτας, το νερό αυτό θα μπορούσε να κατευθυνθεί για την υδροδότηση μεταξύ άλλων χωριών που «κινδυνεύουν πλέον» από λειψυδρία, όπως η Καρδιανή και τα Υστέρνια.

«Παρά τις επιπτώσεις που θα έχει στο περιβάλλον, πρέπει να γίνει», λέει σήμερα για το φράγμα ο Ηλίας Νόκας. Κατά την εκτίμησή του, ο δήμος «δεν το έτρεξε». Θα μπορούσε να είχε αιτηθεί στην Περιφέρεια να αναλάβει το ρόλο του φορέα υλοποίησης, αναφέρει ο επικεφαλής της διεύθυνσης υδάτων της Αποκεντρωμένης, αλλά δεν το έκανε.

«Δεν ξέρω για ποιο λόγο δεν εντάχθηκε ποτέ το έργο», λέει ο Ραφιός Μωραΐτης. «Η Γρίζα μπορεί να δημοπρατηθεί άμεσα από την ‘Εγνατία’, μέσα σε πέντε μήνες».

Το φράγμα της Γρίζας «το θεωρώ οριακά ώριμο», λέει ο Παναγιώτης Κροντηράς. «Δεν το είχαν βάλει ως προτεραιότητα ούτε η Περιφέρεια, ούτε ο Δήμος», αναφέρει, εξηγώντας γιατί δεν έχει προχωρήσει όλον αυτό τον καιρό.

Ο εμπλουτισμός που δεν έγινε

Το τρίτο μεγάλο έργο, το οποίο λειτουργεί εδώ και αρκετά χρόνια αλλά δεν αξιοποιείται όσο θα μπορούσε, είναι το φράγμα της Βακέτας. Χωρητικότητας αρχικά 140.000 κ.μ., με παρακείμενη εγκατάσταση ταχυδιυλιστηρίου, παρέχει – σύμφωνα με στοιχεία του Δήμου Τήνου, 700 κ.μ. νερού ημερησίως για ύδρευση.


Το φράγμα της Βακέτας, που λειτουργεί εδώ και 16 χρόνια, χωρίς όμως – σύμφωνα με τη διεύθυνση υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – να γίνεται ο τεχνητός εμπλουτισμός του υδροφόρου ορίζοντα όπως ήταν ο αρχικός σχεδιασμός. [φωτογραφίες Ηλίας Νόκας]

Τα φράγμα – παρά την αρχικά αρνητική στάση του δημοτικού συμβουλίου – δημοπρατήθηκε το 2004 και εντάχθηκε στο ΠΕΠ Νοτίου Αιγαίου (προϋπολογισμός 2,3 εκατ. ευρώ). Εγκαινιάστηκε το 2007 από τον υπουργό Εσωτερικών Προκόπη Παυλόπουλο. Ο σκοπός του ήταν διττός: η ανάσχεση των υδάτων σε περίπτωση έντονων βροχοπτώσεων για την αποτροπή πλημμυρικών φαινόμενων και ο εμπλουτισμός του υδροφόρου ορίζοντα της περιοχής της Γύρλας με τα υπερχειλίζοντα νερά σε έτη που θα έπεφταν αρκετές βροχές.

«Φτιάξαμε έναν αγωγό για τον τεχνητό εμπλουτισμό, κόστισε 600.000 ευρώ», αφηγείται ο Ηλίας Νόκας. «Ο αγωγός έφτασε μέχρι τη γεώτρηση του Ξενοφωντίδη, το πηγάδι της οποίας θέλαμε να αξιοποιήσουμε για να διοχετεύσουμε τα υπερχειλίζοντα νερά στην υπόγεια δεξαμενή της Γύρλας. Οι κληρονόμοι του Ξενοφωντίδη αρνήθηκαν τελικά την πρότασή μας και το Δημόσιο δεν προχώρησε στην επιβολή δουλείας χρήσης. Και έτσι το έργο έμεινε ημιτελές – το κομμάτι του τεχνητού εμπλουτισμού δεν έγινε ποτέ».

Όπως ισχυρίζεται μάλιστα ο Νόκας, η μη ολοκλήρωση του έργου βάσει των αρχικών προδιαγραφών θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα η Ε.Ε. να ζητήσει επιστροφή κοινοτικών κονδυλίων. Ρωτήσαμε στελέχη της απερχόμενης δημοτικής αρχής για το ζήτημα του φράγματος και αν γίνεται ο τεχνητός εμπλουτισμός όπως είχε προβλεφθεί, αλλά δεν λάβαμε απάντηση.

Προοπτικές αναβίωσης

Λόγω του προπατορικού αμαρτήματος του αρχικού σημείου κατασκευής της λιμνοδεξαμενής επί αποσαρθρωμένων σχιστόλιθων, δεν είναι εφικτό να λειτουργήσει ως ταμιευτήρας (δεν θα μπορεί να συγκρατεί τα νερά). Σύμφωνα με τον Γιάννη Ψάλτη, ωστόσο, θα μπορεί το νερό που συλλέγεται εκεί να μεταφέρεται απευθείας μέσω του πρώτου αντλιοστασίου προς το δίκτυο που συνδέει τη Λιβάδα με τη Χώρα της Τήνου.

«Αν λειτουργήσει κανονικά για 2-3 χρόνια η λιμνοδεξαμενή, έστω και με αυτόν τον τρόπο, θα λύσει το πρόβλημα υδροδότησης του νησιού», λέει ο Ψάλτης. Πέρα των έργων που πρέπει να γίνουν, στην ίδια τη λιμνοδεξαμενή αλλά και για την εγκατάσταση του ταχυδιυλιστήριου στον Κέχρο, εκκρεμεί το ζήτημα της κατασκευής του βιολογικού για τα επτά χωριά της περιοχής (Φαλατάδος, Μέση, Στενή, Κέχρος, Μυρσίνη, Κτικάδος, Βλασάδος). Ο Ραφιός Μωραΐτης συμφωνεί ότι το έργο «μπορεί ακόμα και σήμερα να προχωρήσει», ακόμα και με μικρούς (compact) βιολογικούς, ή μόνο με τα νερά από τα λαγκάδια του Τσικνιά.

Την περασμένη εβδομάδα, ο Παναγιώτης Κροντηράς (που θα αναλάβει καθήκοντα 1.1.2024) μετέβη στην Αθήνα για συναντήσεις στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σχετικά με το έργο της Λιβάδας. Μιλώντας μας πριν την επίσκεψη, ο Κροντηράς – που είχε υπηρετήσει ως πρώτος δήμαρχος του ενιαίου δήμου Τήνου το 2011-14 και παλαιότερα (2003-2010) ως δήμαρχος του δήμου Εξωμβούργου – τόνισε ότι η νέα δημοτική αρχή δεν εγκαταλείπει το έργο. «Υπάρχει ήδη δίκτυο στην περιοχή, υπάρχουν αντλιοστάσια – είναι ένα έτοιμο έργο το οποίο πρέπει να βρεθεί τρόπος να λειτουργήσει».

Σχετικά με το βιολογικό πάντως, σημειώνει: «Η χωροθέτηση δεν είναι απόφαση του δημάρχου. Οι υπηρεσίες του δήμου, μαζί με τον μελετητή που θα αναλάβει τη μελέτη, θα προτείνουν κάποια σημεία, θα γίνει μία διαβούλευση και θα βρεθεί χώρος. Δεν νομίζω ότι είναι αυτό το ζήτημα».

Ο Πέτρος Τριαντάφυλλος, πρόεδρος της κοινότητας του Φαλατάδου, λέει ότι πρέπει να γίνει ο βιολογικός, μεταξύ άλλων για να «σταματήσει η ρύπανση σε ένα από τα ωραιότερα σημεία του νησιού». Αναφέρει μάλιστα μία περιοχή όπου συγκλίνουν τα λύματα από τα γύρω χωριά, ως καλό σημείο για τη χωροθέτησή του. Σημειώνει ωστόσο ότι στην περιοχή βρίσκονται κτήματα ιδιωτών και ότι θα πρέπει να γίνουν οι αναγκαίες απαλλοτριώσεις.  

Μεταβίβαση «φαντασμάτων»

Επί υπουργίας Μάκη Βορίδη στο Αγροτικής Ανάπτυξης, ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου Γιώργος Χατζημάρκος θυμάται ότι πληροφορήθηκε για την ύπαρξη ενός ΦΕΚ μέσω του οποίου μεταβιβαζόταν η αρμοδιότητα για τη Λιβάδα – και για διάφορα άλλα «φαντάσματα του Αιγαίου», όπως τα αποκαλεί σε συνομιλία που είχαμε – από την κεντρική στην περιφερειακή διοίκηση. Δεν ήταν ευτυχής, όπως μου είπε, για την απόφαση αυτή.

Σύμφωνα με πηγές της περιφέρειας, έκτοτε δεν έχει γίνει κανένα βήμα για να προχωρήσει. Ο ίδιος ο νεοεκλεγείς δήμαρχος της Τήνου μάλιστα, στην επικοινωνία που είχαμε, δήλωσε άγνοια περί της μεταβίβασης.

Σύμφωνα με το βουλευτή Κυκλάδων της Νέας Δημοκρατίας Φίλιππο Φόρτωμα (που έχει καταγωγή από την Τήνο), το Μάρτιο του 2022 υπήρξε παρέμβαση από το Μέγαρο Μαξίμου προς τον Χατζημάρκο για τα έργα στην Τήνο. Το περασμένο καλοκαίρι – πάντα σύμφωνα με το βουλευτή – ο περιφερειάρχης τον ενημέρωσε ότι «θα προχωρήσει το έργο της Λιβάδας» και μετά θα ακολουθήσει η Γρίζα.

«Αναμένεται πρόσκληση του υπουργείου, κάπου το Μάρτιο ή τον Απρίλιο, για τη χρηματοδότηση φραγμάτων», μου λέει από την πλευρά του ο Γιώργος Χατζημάρκος. «Έχω φτιάξει μία ομάδα που μελετά το έργο ώστε να είμαστε έτοιμοι να υποβάλλουμε πρόταση για τη Λιβάδα». Τονίζει όμως ότι η ενωσιακή νομοθεσία δεν επιτρέπει κοινοτικά κονδύλια για αγροτικά έργα να χρηματοδοτούν έργα ύδρευσης. «Εγώ θέλω να είμαι εντάξει απέναντι στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή», αναφέρει με νόημα. «Θα υποβάλλουμε πρόταση για ένα έργο που έχει ως σκοπό την άρδευση. Θα συμπεριλάβουμε όμως και την κατασκευή ταχυδιυλιστηρίου, ως back-up για την υποστήριξη των αναγκών ύδρευσης του νησιού». 

Για τη Γρίζα ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου εκφράζει σαφώς πιο έντονο σκεπτικισμό. «Το μήνυμά μου είναι ‘αφήστε τα φαραωνικά έργα’, ανοίξτε τα μάτια μας, ελάτε να φτιάξουμε δύο μεγάλες αφαλατώσεις, να φτιάξουμε το δίκτυό μας». Το έργο, λέει, «δεν είναι προτεραιότητα […] Κάποιος πρέπει να μου αποδείξει ότι η σχέση κόστους-οφέλους είναι θετική. Δεν το κάναμε αυτό για πολλά χρόνια – και η χώρα πτώχευσε».

Related Posts

«Απάτητη» η μεγάλη Σάντα Μαρία στη Νάουσα;
Τα νησιά δεν έχουν άλλο νερό να δώσουν
Οι Απάτητες Παραλίες των Κυκλάδων