Η Σαντορίνη είναι ένα από τα πιο όμορφα νησιά του κόσμου με ξεχωριστά χαρακτηριστικά. Δύο από αυτά, η γεωμορφολογία και η αρχιτεκτονική της, κινδυνεύουν να αφανιστούν.
Κάποια γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της Σαντορίνης είναι ακόμη ορατά, θυμίζοντας πώς ήταν ο τόπος κάποτε. Το νησί ωστόσο αλλάζει ραγδαία καθώς η ανάπτυξη του τουρισμού και του real estate αλλοιώνουν το φυσικό τοπίο. Τεράστια κτίρια χτίζονται μέσα σε οικισμούς, ακόμα και παραδοσιακούς που προστατεύονται με Προεδρικά Διατάγματα, ενώ πολλές από τις νέες οικοδομές δεν θυμίζουν σε τίποτα την αρχιτεκτονική της Σαντορίνης και των Κυκλάδων.
Πριν λίγες μέρες συναντήθηκα με μια κάτοικο της Σαντορίνης που γεννήθηκε εδώ. «Δες αυτό το κτίριο» μου λέει καθώς περπατάμε στον κεντρικό δρόμο του Μεγαλοχωρίου. «Εδώ κάποτε ήταν ένα μικρό αμπελάκι, στον κήπο όπου η οικογένεια καλλιεργούσε τα λαχανικά της. Δες πώς είναι, δεν έχουν αφήσει ούτε μια μπλιά (σ.σ. πάτημα) χωρίς να τη χτίσουν. Το κτίριο τώρα φτάνει μέχρι το σοκάκι από το οποίο μπαίνεις στο χωριό. Άμα δεις ξεχωρίζει. Βάλανε κι εκεί την ίδια μαύρη πέτρα, δεν θέλεις να περάσεις, έκλεισε ο τόπος» λέει. Το θυμάμαι αυτό το αμπέλι. Δίπλα του φύτευαν ντοματάκια και αρωματικά φυτά που μεγάλωναν με φόντο τη θάλασσα.
Ο χώρος του οικοπέδου, εκτός από την είσοδο και τους διαδρόμους ανάμεσα στα κτίσματα, είναι όλος χτισμένος. Μια ψηλή μάντρα από μαύρη πέτρα κρύβει το ισόγειο από τον δρόμο, εξασφαλίζοντας ιδιωτικότητα. Τη θέση του ορίζοντα αντικατέστησε ο μαύρος πέτρινος τοίχος και ο πρώτος όροφος της οικοδομής. Τα μεγάλα διώροφα τετράγωνα κουτιά που αντικατέστησαν το αμπέλι έσβησαν από τη θέα τα κυκλαδίτικα σπίτια του παραδοσιακού οικισμού και τη θάλασσα, μεταβάλλοντας για πάντα την αίσθηση του περιπάτου στο σοκάκι.
«Παντού βλέπεις μαύρα και κόκκινα κτίρια, ντυμένα με πέτρα. Δεν ήταν ποτέ η Σαντορίνη μαύρη και κόκκινη. Είχαμε κάποια κτίρια, ναι, αλλά τα σπίτια μας ήταν τα περισσότερα λευκά, με θόλους και ανεμόλους (σ.σ. μικρά παράθυρα στο βορεινό τοίχο του σπιτιού, λίγο πιο κάτω από την οροφή) για να παίρνουμε αέρα, και μικρά, όσο χρειαζόταν για να ζήσουμε» λέει άλλη κάτοικος του νησιού. «Το νησί δεν είναι αυτό που ξέραμε. Πήγα μια βόλτα με τον άνδρα μου και έκλαιγα αντί να χαρώ, είχα καιρό να περάσω από κάποιες περιοχές και δεν τις γνώρισα έτσι όπως χτίστηκαν όλα. Θα μας τιμωρήσει ο Θεός, παιδί μου, για αυτά που κάνουμε. Κάποιοι από αυτούς είναι ξένοι, αλλά μήπως και οι ντόπιοι έχουν μέτρο ή κρατάνε τίποτα από τα παλιά; Πώς θα τα κρατήσουν οι ξένοι που δεν τα ξέρουν;». Μια βόλτα είναι αρκετή για να διαπιστώσεις ότι τα λόγια της δεν εμπεριέχουν καμία υπερβολή.
Η γυναίκα με την οποία συνομιλώ την περίοδο της πανδημίας μού είχε δείξει μια άλλη όψη της Σαντορίνης, ένα αγνό και παρθένο κομμάτι της στην ευρύτερη περιοχή της Βλυχάδας. Τότε είχαμε διασχίσει έναν δρόμο που γνώριζαν μόνο οι ντόπιοι για να βρεθούμε σε έναν άλλον τόπο, μαγικό. Μπορούσες να διακρίνεις τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εδάφους της Σαντορίνης σε έναν τόπο που δεν είχε υποστεί καμία παρέμβαση. Βρήκαμε φυσικές κιμωλίες σε διάφορα χρώματα, για τα οποία είχαμε μόνο ακούσει. Βουτήξαμε μέχρι το γόνατο στην ελαφρόπετρα προσπαθώντας να πάρουμε μια πέτρα. Φιλοξενηθήκαμε σε υπόσκαφη αποθήκη, πίνοντας τον καλύτερο καφέ. Το ηφαίστειο έχει δώσει πολλά δώρα στο νησί, τα οποία στο παρελθόν οι ντόπιοι εκτιμούσαν.
Η πρόσβαση ήταν δύσκολη από τον χωματόδρομο, αλλά δεν χρειάζονταν τίποτα περισσότερο οι ντόπιοι για να φτάσουν στα χωράφια και τα αμπέλια τους – όσοι από αυτούς ακόμη καλλιεργούσαν καθώς οι εντατικές καλλιέργειες εκτός του αμπελιού έχουν πια σχεδόν εγκαταλειφθεί. Θυμάμαι εκείνη τη βόλτα, στην οποία με ενθουσιασμό είχα ανακαλύψει σημεία ανέγγιχτα από τον τουρισμό. «Έτσι ήταν η Σαντορίνη πριν αρχίσει να χτίζεται» μου είχε πει τότε η συνοδοιπόρος μου.
Μαζί κατεβήκαμε και στην παραλία Μαρμάρι, που είναι συνέχεια της Βλυχάδας. Πάνω στα πρανή και τους υπέροχους σχηματισμούς της περιοχής υπάρχει μια εκκλησία, μια πολύ όμορφη αιγαιοπελαγίτικη εικόνα.
Κοιτάζοντας καλύτερα παρατηρήσαμε ότι στα πρανή, στο επίπεδο της εκκλησίας, είχε δημιουργηθεί μια μεγάλη οπή και τσιμεντόλιθους, σαν να έφτιαχνε κάποιος ένα δωμάτιο. Κάτω από την εκκλησία βρίσκονται δύο σπηλιές όπου οι ψαράδες αποθήκευαν τις βάρκες τους. Προσπαθήσαμε να ανέβουμε τα σκαλιά και να δούμε από κοντά τι εργασίες γίνονταν, αλλά οι εργάτες είχαν εντολή να μην επιτρέψουν σε κανέναν την είσοδο. Στην παραλία συναντήσαμε ένα ζευγάρι ντόπιων και τους ρωτήσαμε αν γνωρίζουν τι εργασίες γίνονταν στα πρανή. Η απάντηση που εισπράξαμε δείχνει και πώς αντιμετωπίζονται αυτά τα θέματα στη Σαντορίνη. «Μην κοιτάς από εκεί, αλλά από την άλλη πλευρά» είπαν, δείχνοντας τους γερανούς που λίγο πιο κάτω εργάζονταν για την υλοποίηση της επένδυσης Μεταξά. «Τους μεγάλους που κάνουν αυτά στον τόπο δείτε. Αυτός τι κάνει;» είπαν δείχνοντας προς την εκκλησία, «ένα δωμάτιο κάνει». Επιστρέφοντας είδαμε ότι η αριστερή πλευρά στα πρανή που αγκάλιαζε την εκκλησία είχε εξαφανιστεί και είχε ήδη τσιμεντωθεί για να στηριχθεί η νέα κατασκευή.
Πριν λίγες ημέρες η συνοδοιπόρος μου με προέτρεψε να πάμε στην περιοχή για να διαπιστώσουμε τις τεράστιες αλλαγές που έχει υποστεί από τη δόμηση. «Πήγαινε να δεις τι κάνουν», είπε. «Έκανε ένας την αρχή, έχτισε, και όλοι ζήλεψαν. Γιατί μπορεί να χτίσει αυτός και δεν μπορώ εγώ; Εκεί κάποτε κανείς μας δεν μπορούσε να χτίσει.. Ήταν χωράφια, δεν ήταν στο σχέδιο, αλλά όταν όλα λύνονται με λεφτά, δεν τους νοιάζει. Θα τα νομιμοποιήσουν μετά».
Το επιχείρημα της νομιμοποίησης των αυθαιρέτων πληρώνοντας το αντίστοιχο πρόστιμο δεν αφορά μόνο τη Σαντορίνη, αλλά όλη τη χώρα, και σε αυτό βασίζονται όλες οι αυθαιρεσίες.
Όταν επισκεφθήκαμε ξανά το σημείο, είχε αλλάξει τόσο, που δυσκολευτήκαμε να το βρούμε. Μια εκκλησία μόνο μας θύμισε ότι είμαστε στον σωστό δρόμο. Στα χωράφια έχουν χτιστεί οικοδομές, οι περισσότερες ασύμβατες με το τοπίο και την κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική. Σε αρκετά διακρίναμε πισίνες και διαμορφώσεις στον περιβάλλοντα χώρο που δεν παραπέμπουν σε σπίτι, αλλά σε τουριστικό κατάλυμα. Γύρω από κάποιες νέες οικοδομές η τοπική χλωρίδα αντικαταστάθηκε με φοίνικες. Στην παραλία δεν καταφέραμε να πάμε. Χαθήκαμε καθώς έχουν διανοιχθεί πλέον και άλλοι δρόμοι που οδηγούν σε νέες οικοδομές στη φάση της ανέγερσης. Διανοίγονται για να μεταφέρονται τα οικοδομικά υλικά αλλά και να τους επικαλεστούν για τη μελλοντική νομιμοποίηση του αυθαιρέτου.
Παρότι στο νησί υπάρχει σε ισχύ απαγόρευση δόμησης ξενοδοχειακών μονάδων, όλοι χτίζουν. Μπορεί οι άδειες που έχουν εκδοθεί (αν έχουν εκδοθεί) να αφορούν κατοικίες, στη συνέχεια όμως θα φιλοξενήσουν επισκέπτες, ακολουθώντας την κοινή πρακτική. Έλεγχος άλλωστε δεν υπάρχει. Κτίσματα ξεπηδούν ακόμη και στους χαρακτηρισμένους ιστορικούς τόπους που προστατεύονται από τη δόμηση. Οι αναβαθμίδες πολλαπλασιάστηκαν όχι για την προστασία της περιοχής, αλλά για την οριοθέτηση των οικοπέδων, και κάθε μέρα εμφανίζεται και ένα κτίσμα.
Αφήνοντας τον Νότο, αποφασίζουμε να κάνουμε μια βόλτα σε ολόκληρο το νησί, για να έχουμε μια μεγαλύτερη εικόνα τι συμβαίνει. Παντού υπάσχουν οικοδομές σε ανέγερση, εργάτες και τεχνίτες δουλεύουν ασταμάτητα προκειμένου να προλάβει να λειτουργήσει η επιχείρηση την επόμενη σεζόν. Κάποιες είναι ήδη έτοιμες.
Παραδοσιακοί οικισμοί έχουν πια στα σπλάχνα τους πολυώροφα τεράστια κτίρια, ασύμβατα με τον οικιστικό χαρακτήρα του τόπου. Αιγιαλοί και παραλίες ρημάζονται από τη δόμηση. Το φυσικό τοπίο αλλοιώνεται με παρεμβάσεις σύμφωνα με τα όσα εξυπηρετούν τον «επενδυτή». Σπηλιές που φύλαγαν βάρκες έχουν μετατραπεί σε διαμερίσματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Η ιδέα φαίνεται να αποδίδει, καθώς δίπλα τους ανοίγουν κι άλλες, κι άλλες. Οι αυθαιρεσίες είναι τόσο μεγάλες και εξόφθαλμες, που ακόμα και αν δεν γνωρίζεις τη νομοθεσία, μπορείς να καταλάβεις ότι πολλά –αν όχι όλα– δεν γίνονται σύμφωνα με το γράμμα του νόμου.
Στην ανατολική πλευρά του νησιού, αντικρίζουμε ένα μεγαθήριο να χτίζεται μπροστά στον αιγιαλό. Τα πρανή γύρω του επενδύονται με πέτρα αλλοιώνοντας τους μοναδικούς σχηματισμούς του σαντορινιού τοπίου. Αναζητούμε τον αριθμό της οικοδομικής άδειας που οφείλει να είναι αναρτημένος σε εμφανές σημείο, αλλά δεν τον βρίσκουμε. Προς μεγάλη μας έκπληξη διαπιστώνουμε ότι υπάρχει «τσιλιαδόρος» για περίεργους σαν κι εμάς. Αυτός λέει στον εργάτη που χειρίζεται την μπετονιέρα να σταματήσει. Τον ακούμε να ειδοποιεί τηλεφωνικά κάποιον και όλες οι εργασίες διακόπτονται. Αποφασίζουμε να αποχωρήσουμε από το σημείο.
Ανεβαίνοντας προς τον Βορρά, βλέπουμε ότι νέα κτίρια φωλιάσανε στις πλαγιές αλλά και τα λαγκάδια. Ούτε το κόκκινο βουνό έμεινε ανέπαφο από την έξαρση της οικοδομικής δραστηριότητας. Οι πολλές τζαμαρίες των υπόσκαφων αντανακλούν τις ακτίνες του ήλιου.
Περνάμε από τους Μπαξέδες. Ο άλλοτε εύφορος κάμπος φιλοξενεί πια πολλά τετραγωνικά τσιμέντου. Μόνο τα κτίρια για την στέγαση των εργαζομένων έχουν δημιουργήσει ένα μικρό χωριό.
Ανηφορίζοντας προς την Οία, διαπιστώνουμε ότι ο Θόλος έχει γεμίσει μπετόν. Σε κανένα σημείο της διαδρομής δεν βλέπεις πια ορίζοντα.
Παίρνουμε τον δρόμο για το Αμμούδι. Και εδώ ό,τι είχε απομείνει είναι πλέον χτισμένο. Νέα ξενοδοχεία έχουν κάνει την εμφάνιση τους, έτοιμα να λειτουργήσουν. Γεμάτες πισίνες και τζακούζι περιμένουν τους επισκέπτες να απολαύσουν τη θέα στη θάλασσα. Οι μάντρες έχουν και εδώ καλυφθεί με μαύρη πέτρα.
Το βουνό που φιλοξενεί τον Φάρο έχει ισοπεδωθεί για την ανέγερση των οικοδομών. Στο τέλος του δρόμου προς την παραλία Κάνθαρος υπήρχε ένα όμορφο σνακ-μπαρ με τέσσερις θόλους και μια μικρή βεράντα. Ήταν ένα από τα λίγα σημεία του νησιού όπου αισθανόσουν πραγματικά ότι βρίσκεσαι σε νησί του Αιγαίου. Άλλαξε και αυτό. Οι θόλοι χάθηκαν πίσω από την τετράγωνη επένδυση με πέτρα, το κατάστημα επεκτάθηκε. Στον περιβάλλοντα χώρο τα καλουπωμένα επίπεδα δείχνουν ότι και η επέκταση είναι σε εξέλιξη. Ένα ακόμη γραφικό σημείο της Σαντορίνης που χάθηκε.
Σε συζητήσεις με τους κατοίκους του νησιού σχετικά με τη δόμηση, οι απαντήσεις περιλαμβάνουν πάντα τις ίδιες φράσεις: «Έχουν λεφτά», «Ποιος θα τα βάλει μαζί τους», «Ό,τι είναι παράνομο θα το νομιμοποιήσουν», «Πήγαινε εσύ να κάνεις το ίδιο και θα σε σταματήσουν την άλλη μέρα, αυτόν όμως δεν θα τον σταματήσουν ποτέ». «Καταστρέφεται ο τόπος μας και εμείς κοιτάμε». Λίγοι αποδέχονται ότι είναι και οι ίδιοι μέρος του προβλήματος καθώς κάνουν κάτι αντίστοιχο στο δικό τους χωράφι, ακόμα και αν δεν επιτρέπεται.
Οι υπηρεσίες του νησιού είναι υποστελεχωμένες σε τέτοιο βαθμό που οι έλεγχοι είναι ανέφικτοι για την έκταση του. Η δόμηση στην Σαντορίνη παραμένει ανεξέλεγκτη και δεν φαίνεται να μπαίνει φρένο στην οριστική αλλοίωση της.