Σιφνέικη αγγειοπλαστική: μια εύπλαστη παράδοση για τον 21ο αιώνα 

Καθώς παραδοσιακές δραστηριότητες στις Κυκλάδες, όπως η γεωργία και η ξυλοναυπηγική ισοπεδώνονται από το σαρωτικό κύμα της τουριστικής μονοκαλλιέργειας, η σιφνέικη κεραμική επιβιώνει, εξελίσσεται και ακμάζει.

«Η φευγαλέα ματιά που έριξα στους αγγειοπλάστες της Σίφνου ήταν μια γλυκόπικρη εμπειρία, γιατί αν και έγινα μάρτυρας της προσαρμογής και της επιβίωσης μιας λαϊκής αγγειοπλαστικής παράδοσης σε αυτό το απομονωμένο μικρό ελληνικό νησί, αισθάνθηκα πόσο εύθραυστη είναι εξαιτίας της έλξης που ασκούν τα φώτα της Αθήνας. Αν δεν αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον των νέων, αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η τελευταία γενιά αγγειοπλαστών στη Σίφνο», γράφει στο διεθνές περιοδικό Ceramic Review η Σου Λούγκερ, εμφανώς ανήσυχη για το μέλλον της αγγειοπλαστικής παράδοσης στη Σίφνο. Το άρθρο δημοσιεύεται το καλοκαίρι του 1985.

Το άρθρο της Sue Luger για τη Σίφνο στο Ceramic Review, Ιούλιος/Αύγουστος 1985.

Γνωρίζουμε πως υπάρχει αγγειοπλαστική δραστηριότητα στη Σίφνο τουλάχιστον από τον 18ο αιώνα, ευνοούμενη από το ιδιαίτερο χώμα της Σίφνου που είναι κατάλληλο για την κατασκευή πυρίμαχων σκευών, τις πηγές που προμήθευαν με νερό τους αγγειοπλάστες αλλά και τη βλάστηση που τροφοδοτούσε τα καμίνια. Παλαιότερα, τα αγγειοπλαστεία ή τσικαλαριά –κατά την τοπική ονομασία– βρίσκονταν στους κεντρικούς οικισμούς του νησιού, αλλά σταδιακά κάποια μετακινήθηκαν σε παραλιακές περιοχές όπως το Βαθύ, ο Πλατύς Γιαλός και η Χερρόνησος, όπου οι τεχνίτες μπορούσαν να φορτώνουν την πραμάτεια τους κατευθείαν στα καΐκια των εμπόρων.

Ξεφόρτωμα σκευών μαγειρικής, Βαθύ, 1960 [Archipelago Network Press Kit]

Έφτιαχναν ως επί το πλείστον χρηστικά αντικείμενα όπως τσικάλια (τσουκάλια), κανάτες, στάμνες, καμινάδες (τους λεγόμενους φλάρους κ.λπ.). Τα σιφνέικα σκεύη εξάγονταν σε όλο το Αιγαίο, έως και τα βάθη της Μικράς Ασίας, ενώ οι Σιφνιοί αγγειοπλάστες περιόδευαν και οι ίδιοι ανά την επικράτεια. Όμως, η ραγδαία αστικοποίηση στην Ελλάδα τον 20ό αιώνα αλλά και η άφιξη των σκευών αλουμινίου άλλαξε ριζικά την αγορά και καταπόντισε τη ζήτηση για σιφνέικα κεραμικά. Πολλά τσικαλαριά έκλεισαν και πολλοί τσικαλάδες αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο Χαλάνδρι και το Μαρούσι, όπου έγιναν γνωστοί ως «κανατάδες». 

Όσοι έμειναν στη Σίφνο στράφηκαν σταδιακά προς την τουριστική αγορά. Την στροφή της αγοράς ακολούθησε και η παραγωγή, καθώς οι τσικαλάδες άρχισαν να ζωγραφίζουν σχέδια πάνω στα σκεύη, να τα γυαλώνουν και να γράφουν «Σίφνος» με λευκά γράμματα. Από τότε η αγγειοπλαστική τέχνη στη Σίφνο δεν έχει σταματήσει να μεταλλάσσεται ευρηματικά, στα χέρια των εναπομεινάντων αγγειοπλαστών.

Η μετανάστευση των Σιφνιών τσικαλάδων. [Φρίντριχ Κρίστοφ Βάγκνερ, Οι οικισμοί αγγειοπλαστών της Σίφνου, Καστανιώτης]

Σήμερα, στη Σίφνο λειτουργούν περίπου 15 αγγειοπλαστεία. Απευθύνονται στην τουριστική αγορά, είτε μέσω της πώλησης κεραμικών και της προσφοράς μαθημάτων αγγειοπλαστικής, είτε εφοδιάζοντας τις επιχειρήσεις εστίασης του νησιού με σερβίτσια και διακοσμητικά. Το Archipelago Network έχει δημιουργήσει μια εξαιρετική σειρά βίντεο-πορτρέτων για 13 από τα αγγειοπλαστεία.

Από τα ενοικιαζόμενα στην αγγειοπλαστική

Φέτος, είναι η πρώτη χρονιά που ο αγγειοπλάστης Γιάννης Ναρλής και η σύζυγος του Ευθυμία Βεντούρη δεν θα ασχοληθούν με τη διαχείριση ενοικιαζόμενων δωματίων, αλλά αποκλειστικά με το αγγειοπλαστείο Ναρλή. Το γεγονός πως υπάρχει τουριστική κίνηση στο αγγειοπλαστείο, αλλά και στην τριγύρω φάρμα, στην οποία ο πατέρας του Ναρλή καλλιεργεί άνυδρα βιολογικά ζαρζαβατικά, γίνεται εμφανές καθώς πλησιάζω: πρέπει να περιμένω να φύγουν δυο γκρουπ Γάλλων, τα οποία διασώζει ένα ταξί από τον ανελέητο ήλιο στο Κάτω Πετάλι. Όπως μου αφηγείται ο Ναρλής, η μέρα που τον επισκέφτηκα ήταν η πρώτη ήσυχη εδώ και καιρό, καθώς το πρώτο μισό του Ιουλίου παρέδιδε αδιάκοπα μαθήματα αγγειοπλαστικής σε επισκέπτες.

Ο Γιάννης Ναρλής είναι μεν γόνος οικογένειας αγγειοπλαστών, αλλά δεν έμαθε κεραμική από τον πατέρα του: ο παππούς του ήταν αγγειοπλάστης, αλλά η μητέρα του και τα αδέρφια της δεν επέλεξαν να ασχοληθούν με την αγγειοπλαστική και μετά τον θάνατό του χάρισαν όλα του τα σύνεργα εκτός από τον τροχό, έναν από τους πρώτους ηλεκτρικούς τροχούς που ήρθαν στη Σίφνο.

Ο τροχός του παππού του Γιάννη Ναρλή.

Ο Γιάννης Ναρλής αποφάσισε στα 15 του να πειραματιστεί με τον τροχό, χωρίς να ξέρει τι κάνει. Παρά τις πρώτες αποτυχημένες του προσπάθειες, ένας φίλος του πατέρα του που τύχαινε να είναι αγγειοπλάστης του έδειξε μερικά πράγματα. Γρήγορα ο Ναρλής αποφάσισε να ασχοληθεί με την αγγειοπλαστική. 

Ο Γιάννης Ναρλής «σηκώνει» στα γρήγορα ένα βάζο, 16 Ιουλίου 2024.

Φοίτησε στη σχολή αγγειοπλαστικής-κεραμικής του ΟΑΕΔ που υπήρχε στο Νέο Ηράκλειο και έκλεισε το 2002: «Όταν πήγα ήμασταν 24 παιδιά, την επόμενη χρονιά ήρθαν 5 και μετά δεν ενδιαφέρθηκε κανένας και έκλεισε η σχολή», μου λέει.

 Άνοιξε το εργαστήριο του το 2005, αλλά τότε δεν πουλούσε ακόμη κεραμικά. Η γυναίκα του Ευθυμία Βεντούρη σπούδασε γραφιστική, αλλά δεν μπόρεσε να βρει δουλειά στην Αθήνα λόγω της οικονομικής κρίσης, οπότε μετέβη στη Σίφνο όπου απασχολείτο κι αυτή στα ενοικιαζόμενα δωμάτια της οικογένειας του Γιάννη. Σήμερα, ζωγραφίζει τα κεραμικά, να τα γυαλώνει και κατασκευάζει αντικείμενα που δεν απαιτούν τροχό. Φαίνεται ικανοποιημένη που ασχολείται με κάτι έστω και συναφές με το αντικείμενο των σπουδών της.

Ο Γιάννης Ναρλής και η Ευθυμία Βεντούρη στο εργαστήριό τους, 16 Ιουλίου 2024.

Οι επισκέπτες έρχονται τόσο για να ξεναγηθούν στη φάρμα του Γιώργου Ναρλή και να αγοράσουν βιολογικά προϊόντα, όσο και για να επισκεφθούν το αγγειοπλαστείο του Γιάννη Ναρλή, να αγοράσουν κεραμικά και να συμμετάσχουν στα μαθήματα κεραμικής. Ο Ναρλής μου εξηγεί πως, όπως και άλλοι αγγειοπλάστες, για την κατασκευή των παραδοσιακών αντικειμένων όπως τα τσικάλια εξακολουθεί να χρησιμοποιεί σιφνέικο πηλό, τον οποίον σκάβει και παρασκευάζει ο ίδιος από οικόπεδο γνωστού του. Όμως για όλα τα άλλα αντικείμενα, όπως και για τα μαθήματα, χρησιμοποιεί εισαγόμενο γκρι πηλό («πράσινο» ή «μπλε» κατά τους αγγειοπλάστες). 

Στο μαγαζί του συναντάμε τα παραδοσιακά τσικάλια για τα ρεβύθια, αλλά και μια εκδοχή του τσικαλιού προσαρμοσμένη στον σύγχρονο ηλεκτρικό φούρνο, με πιο φαρδύ στόμιο. Κατά την εκτίμηση του Ναρλή, τα «παραδοσιακά» αντικείμενα φεύγουν πιο γρήγορα από το μαγαζί του, όμως μετά το πέρας της σεζόν πειραματίζεται με καινούρια σχέδια, μερικές φορές με μεγάλη επιτυχία: μια φορά έφτιαξε μερικές κεραμικές βάσεις για λάμπες πετρελαίου, τις οποίες είδε μια Γαλλίδα. Αμέσως διέδωσε τα νέα στους γνωστούς της και οι βάσεις έφυγαν αστραπιαία από το ράφι. 

Ο Ναρλής περιγράφει τις βάσεις για λάμπες πετρελαίου, καθώς δεν έμεινε ούτε ένα δείγμα για να μου δείξει.

Το «παραδοσιακό» και άλλες αξίες

Πράγματι, δεν είναι καθόλου απαραίτητο ένα αγγειοπλαστείο στη Σίφνο να παράγει παραδοσιακά κεραμικά: ίσως το πιο τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί το Sifnos Stoneware του Αντώνη Καλογήρου στην Αγία Άννα του Αρτεμώνα. 

Το αγγειοπλαστείο του Αντώνη Καλογήρου στην Αγία Άννα, 15 Ιουλίου 2024.

Όπως και του Ναρλή, η πορεία του Καλογήρου προς την αγγειοπλαστική ήταν τεθλασμένη: η οικογένεια του προπάππου του ήταν από τις πρώτες που άνοιξαν εργαστήρια στο Μαρούσι το 1920, όπου εργάστηκαν και ο παππούς του και ο πατέρας του. Ο πατέρας του μετανάστευσε στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 στην Αμερική, όπου δούλεψε σε δύο εργοστάσια που παρήγαγαν κεραμικά, το δεύτερο εκ των οποίων αγόρασε. 

Εκεί γνώρισε το stoneware, ένα είδος πηλού που μοιάζει με την πορσελάνη, ψήνεται σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες και φτιάχνει ανθεκτικά αντικείμενα. Ο Αντώνης Καλογήρου γεννήθηκε στην Αμερική το 1985. Ο πατέρας του πούλησε το εργοστάσιο, η οικογένεια επέστρεψε στην Αθήνα το 1990 και περνούσε τα καλοκαίρια της στη Σίφνο. Ο Αντώνης ξεκίνησε σπουδές Μηχανολογίας στην Αγγλία, όμως στο δεύτερο έτος αποφάσισε πως θέλει να γίνει αγγειοπλάστης. Εν τω μεταξύ, ο πατέρας του είχε αγοράσει αυτό που είναι σήμερα το εργαστήρι του Καλογήρου στην Αγία Άννα, οπότε εγκαταστάθηκαν στη Σίφνο και ξεκίνησαν εκ του μηδενός το 2006, φτιάχνοντας stoneware πειραματιζόμενοι με δικές τους συνταγές και φόρμουλες για τον πηλό. 


Ο Αντώνης Καλογήρου στο εργαστήρι του, 15 Ιουλίου 2024.

Ο Καλογήρου εξηγεί πως στην αρχή υπήρχε καχυποψία απέναντι στα αντικείμενά τους. Άλλωστε δεν μοιάζουν καθόλου με τα παραδοσιακά κόκκινα σιφνέικα, αφού χύνονται σε καλούπια αντί να κατασκευάζονται στον τροχό, ενώ κοσμούνται από κρυσταλλικά γυαλώματα που καθιστούν το κάθε αντικείμενο μοναδικό. 

Χρειάστηκε περίπου μια δεκαετία για να γίνουν γνωστοί στην αγορά και να αυξηθεί και το ενδιαφέρον των επισκεπτών. «Υπάρχει φως κάτω από τον ήλιο για όλους. Δηλαδή υπάρχει αγορά για όλα», μου λέει ο Καλογήρου. «Υπάρχουν και άνθρωποι που θέλουν παραδοσιακά, υπάρχουν και άνθρωποι που θέλουν κάτι που γίνεται εδώ στη Σίφνο αλλά δεν είναι απαραίτητα παραδοσιακό. Μπορεί να γίνει παραδοσιακό σε βάθος χρόνου, χωρίς να αποσκοπούμε σε αυτό βέβαια». Εξηγεί πως ακόμα και ο φλάρος, η περίτεχνη πήλινη καμινάδα με τα πολλά ανοίγματα που θεωρείται παραδοσιακή της Σίφνου, δεν ήταν ανέκαθεν παραδοσιακή, αλλά προέκυψε μέσα από τις συμβολές πολλών αγγειοπλαστών, ενώ γηραιοί αγγειοπλάστες θυμούνται πως ο φλάρος είχε κάποτε πολύ πιο απλή εμφάνιση. 

Καλούπια στο εργαστήριο του Αντώνη Καλογήρου.

«Η κεραμική γενικά είναι εξέλιξη», λέει ο Καλογήρου. «Το τι είναι παραδοσιακό αλλάζει μες το χρόνο. Δεν είναι λογικό αυτό;». Τον ρωτάω αν θεωρεί πως πολλοί επισκέπτες έρχονται στις Κυκλάδες και τη Σίφνο με την προσδοκία να δουν ή να δοκιμάσουν κάτι το «παραδοσιακό» όπως είναι η ρεβιθάδα ή τα σιφνέικα κεραμικά. «Νομίζω ότι έχει γίνει παρερμήνευση του τι θα πει παραδοσιακό», μου απαντά. «Πιστεύουμε ότι κάτι είναι παραδοσιακό, άρα είναι και καλό. Αυτό μπορεί να ισχύει, αλλά δεν είναι και απαραίτητο. Για παράδειγμα, παλιά στη Σίφνο γυαλώνανε τα κεραμικά με σκέτο μόλυβδο, που ήταν κακό για την υγεία». 

Ούτε ταυτίζεται απαραίτητα το παραδοσιακό με το βιώσιμο: μπορεί το ηλεκτρικό καμίνι των σημερινών αγγειοπλαστείων να καταναλώνει μεγάλες ποσότητες ενέργειας, όμως και παλιότερα το νησί είχε κοντέψει να αποψιλωθεί επειδή οι αγγειοπλάστες έκοβαν ανεξέλεγκτα τα σχίνα για να τα καίνε στα καμίνια, με αποτέλεσμα να παρέμβει το κράτος για να τους περιορίσει1. Αλλά και η εντοπιότητα δεν είναι εγγυητής της βιωσιμότητας: «Αν όλοι μας να παίρνουμε από εδώ τον πηλό, θα εξαντλήσουμε όλο το κοίτασμα της Σίφνου. Άρα, πού είναι η βιωσιμότητα σε αυτό;», διερωτάται. 

Νέα μονοπάτια

Ένα άλλο ξακουστό αγγειοπλαστείο της Σίφνου που ισορροπεί στο μεταίχμιο παράδοσης και πρωτοπορίας είναι το αγγειοπλαστείο Λεμπέση στην Αγία Άννα. Η οικογένεια Λεμπέση είχε αρχικά αγγειοπλαστείο στη Χερρόνησο, στη βορεινή άκρη της Σίφνου, όμως μετακινήθηκαν στον Αρτεμώνα όπου έχτισαν το 1984 καμίνι στη θέση ενός παλιού ελαιοτριβείου. Αυτό το παλιού τύπου καμίνι λειτουργούσε μάλιστα μέχρι πριν τρία χρόνια.

Ο Νίκος Λεμπέσης στον τροχό, 16 Ιουλίου 2024.

Ο Νίκος Λεμπέσης ξεκίνησε στα 14 του να μαθαίνει τον τροχό από τον πατέρα του, Γιάννη Λεμπέση, ο οποίος έκανε παραδοσιακά αντικείμενα όπως τσικάλια, στάμνες και μαστέλα από πηλό Σίφνου. Όμως, αυτό που έκανε διάσημο το αγγειοπλαστείο είναι τα πολύχρωμα σχέδια της γιαγιάς του Κατερίνας, γνωστής και ως «κυρά Κατέ». 

Η Κατερίνα Λεμπέση, χωρίς να έχει κάποια καλλιτεχνική κατάρτιση. Αφορμώμενη ωστόσο από τη φιλία της με την Αμερικανίδα καθηγήτρια Καλών Τεχνών Νταϊάν Κατσιαφίκας και την εύφορη ανταλλαγή ιδεών τους, ξεδίπλωσε πάνω στα παραδοσιακά κεραμικά που παρασκεύαζε η οικογένεια Λεμπέση μια σειρά από πλέον χαρακτηριστικά μοτίβα εμπνευσμένα από το φυτικό και το ζωικό βασίλειο.

Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για την κυρά Κατέ και τη Νταιάν, συστήνουμε την εξαιρετική καταγραφή «Female Hands at Work» από την Λύντια Μάθιους για το Archipelago Network.

Σήμερα, στο αγγειοπλαστείο κατασκευάζονται ακόμα παραδοσιακά σκεύη από πηλό Σίφνου, αλλά τα διάσημα πολύχρωμα αντικείμενα γίνονται με εισαγόμενο πηλό. Πρόκειται κυρίως για μικρά αντικείμενα, που μπορούν να χωρέσουν σε μια βαλίτσα και να τοποθετηθούν σε ένα ράφι. Ανάγκη για μεγάλα αντικείμενα όπως στάμνες και μελίσσια δεν υπάρχει πλέον, αν και ο Λεμπέσης εξακολουθεί να φτιάχνει 2-3 στάμνες το χρόνο, ίσως για να κρατήσει την τέχνη ζωντανή.

Τα σχέδια της κυρά Κατέ, που απεβίωσε το 2019, τα κρατάει ζωντανά η ομάδα στο αγγειοπλαστείο: όσο είμαι εκεί, δυο κυρίες βάφουν σκεύη αντιγράφοντας τα «πρωτότυπα».

Μου εξηγούν πως στο αγγειοπλαστείο εργάζονται 7-8 άτομα, κυρίως φίλοι και συγγενείς της οικογένειας, και πως η τέχνη του τροχού περνάει από πατέρα σε γιο, ενώ οι υπόλοιποι συνεργάτες απασχολούνται κυρίως με τη διακόσμηση. Τόσο στο αγγειοπλαστείο του Λεμπέση, όσο και στου Αντώνη Καλογήρου, υπάρχει δυσκολία στην εύρεση προσωπικού, ένα πρόβλημα που επηρεάζει όλες τις οικονομικές δραστηριότητες στη Σίφνο, από τους ξενοδόχους μέχρι τους αγγειοπλάστες και από τους γεωργούς μέχρι τους οικοδόμους. Ο ίδιος ο Λεμπέσης δεν ξέρει αν τα παιδιά του, που είναι ακόμα μικρά, θα θέλουν να αναλάβουν το εργαστήριο. 

Το εργαστήριο.

Θα θεωρούνται τα σχέδια της Κατερίνας Λεμπέση «παραδοσιακά» σε δυο-τρεις γενιές; «Και σε μια γενιά», μου λέει γελώντας ο Νίκος Λεμπέσης. Η δυναμική αγγειοπλαστική παράδοση της Σίφνου, που δεν μένει παγωμένη στο χρόνο αλλά εξελίσσεται χωρίς να χάνει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της, δίνει σε πολλούς ανθρώπους μια διαφυγή από τις συνηθισμένες τουριστικές δραστηριότητες που μονοπωλούν πλέον την οικονομία των Κυκλάδων. 

  1. Ελένη Σπάθαρη-Μπεγλίτη, Οι αγγειοπλάστες της Σίφνου (Εκδόσεις Αρσενίδη, 1992), σελ. 34.
    ↩︎

Related Posts

Οι «Βιώσιμες Κυκλάδες» & το συντηρητικό ένστικτο
18 μήνες «Βιώσιμες Κυκλάδες»: Ένας απολογισμός με το βλέμμα στο μέλλον
Χάρτης βιωσιμότητας: τα ζωτικά σημεία οκτώ νησιών των Κυκλάδων