Αν και το 70% των Ελλήνων απαντά θετικά στην ερώτηση, για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη «η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα υπερτουρισμού».
Εμφανής είναι ο προβληματισμός των Ελλήνων για την κατεύθυνση της τουριστικής ανάπτυξης της χώρας, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας «Τι πιστεύουν οι Έλληνες για τον τουρισμό» που παρουσιάστηκαν χθες στο συνέδριο Reimagine Tourism in Greece της «Καθημερινής». Την πολυδιάστατη αυτή σχέση των Ελλήνων με τον τουρισμό ανέλυσε στο πρώτο πάνελ της εκδήλωσης ο Γιώργος Αράπογλου, CEO της εταιρείας Pulse RC/KOSMON που διεξήγαγε την έρευνα. Μέσα από 1.149 συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν στο τέλος του φετινού καλοκαιριού, προέκυψαν ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα αναφορικά με τις πεποιθήσεις των Ελλήνων για τον τουρισμό.

Σύμφωνα με την έρευνα, το 86% των συμμετεχόντων θεωρούν σημαντικό τον τουρισμό για την ελληνική οικονομία, αλλά μόλις το 5% κρίνει ότι η τουριστική ανάπτυξη στη χώρα βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση. Το 43% δηλώνει μεν ότι η κατεύθυνση είναι ορθή, αλλά επισημαίνει ότι απαιτούνται βελτιώσεις. Αντίστοιχα, το ποσοστό των πολιτών που θεωρεί ότι η τουριστική ανάπτυξη είναι λανθασμένη είναι της τάξεως του 28%, ενώ το 16% εκτιμά ότι «η κατεύθυνση δεν είναι σαφής».

Ανάμεσα στα διαφορετικά σενάρια που τους προτάθηκαν, πάνω από τους μισούς συμμετέχοντες (54%) θα προτιμούσαν «λιγότερους τουρίστες με καλύτερη οικονομική κατάσταση», ενώ ένα 14% θα προτιμούσε «περισσότερους, ανεξάρτητα την οικονομική τους κατάσταση».

Στο αν υπάρχει υπερτουρισμός στην Ελλάδα, ένα ερώτημα που η εταιρεία έθεσε για πρώτη φορά σε δημοσκόπηση φέτος, το 29% απάντησε «σίγουρα ναι», το 38% «μάλλον ναι» και ένα 20% «μάλλον όχι». Μόνο ένα 6% απάντησε αρνητικά κατηγορηματικά. Όπως δήλωσε ο κ. Αράπογλου, το ποσοστό είναι μεγαλύτερο για όσους κατοικούν σε νησιωτικό τουριστικό προορισμό, σε αντίθεση με όσους κατοικούν σε τουριστικούς προορισμούς της ηπειρωτικής χώρας.
Σχεδόν οι μισοί συμμετέχοντες της έρευνας (46%) έκριναν ότι η παράδοση και το ελληνικό τοπίο απειλούνται από τον τουρισμό. Πιο συγκεκριμένα το 19% των ερωτηθέντων απάντησαν «πολύ», το 27% «αρκετά» και το 25% «μέτρια» ενώ το 26% είπαν «λίγο».

Σχεδόν το 60% των Ελλήνων ανησυχεί ότι η μεγάλη ζήτηση για καταλύματα και οι αυξημένες τιμές θα τους εμποδίσουν να κάνουν διακοπές στα μέρη που επιθυμούν. Πιο συγκεκριμένα, το 33% απάντησε ότι δυσκολεύεται «πολύ», το 26% «αρκετά» και το 19% απάντησε ότι δυσκολεύεται «λίγο ή καθόλου».
Να σημειωθεί ότι το ποσοστό των ερωτηθέντων που εξέφραζαν αυτές τις ανησυχίες ήταν μεγαλύτερο στην έρευνα που είχε προηγηθεί στις 18-20 Ιουνίου. Τότε το 34% είχαν απαντήσει ότι δυσκολεύεται «πολύ» να κάνει διακοπές εξαιτίας των αυξημένων τιμών και το 26% «αρκετά».

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι το 67% των ερωτηθέντων κρίνει πως η τουριστική ανάπτυξη στη χώρα δεν σέβεται το περιβάλλον. Αντίθετα, μόλις το 5% θεωρεί ότι η τουριστική ανάπτυξη γίνεται υπό όρους που σέβονται το περιβάλλον, με ένα 20% να απαντά «μάλλον ναι» στην ίδια ερώτηση.
Αναφορικά με την πρωτεύουσα, το 74% των Ελλήνων ανησυχεί ότι η ανάπτυξη και η ραγδαία αύξηση των Airbnb απειλεί τον κοινωνικό και αστικό ιστό της Αθήνας.
Τέλος, αυτό που οι Έλληνες θεωρούν κορυφαίο πλεονέκτημα της χώρας που έλκει τους επισκέπτες στη χώρα είναι: ο ήλιος και η θάλασσα (32%), η φυσική ομορφιά, τα τοπία και τα αξιοθέατα (17,5%), τα νησιά (12%), η ιστορία, τα μνημεία και ο πολιτισμός (11%) και το κλίμα και ο καιρός (11%).

Σε άλλη γραμή ο πρωθυπουργός
Στη δική του απάντηση στο ερώτημα (που του έθεσε ο διευθυντής της «Καθημερινής» Αλέξης Παπαχελάς) για το αν τελικά υπάρχει υπερτουρισμός στη χώρα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης διαφώνησε με την πλειοψηφία των ερωτηθέντων στη δημοσκόπηση. «Όχι, η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα υπερτουρισμού, αλλά αντιμετωπίζει ζητήματα μεγάλης συγκέντρωσης τουριστών σε συγκεκριμένους λίγους προορισμούς, λίγους μήνες τον χρόνο», είπε. «Ζήτημα υπερτουρισμού ως συστημικό θέμα δεν έχει και δεν πρέπει να αποκτήσει, γι’ αυτό πρέπει να δούμε πώς θα διαχειριστούμε τις τουριστικές ροές. Πράγματι, σε κάποια νησιά κάποιους μήνες τον χρόνο οι υποδομές δοκιμάζονται. Αν είχαμε καλύτερες υποδομές, θα μπορούσαμε να δεχθούμε περισσότερους επισκέπτες, το ερώτημα είναι αν θέλουμε».
